
Δυσλιπιδαιμία
Η δυσλιπιδαιμία ορίζεται ως η παθολογική κατάσταση της διαταραχής των λιπιδίων στο αίμα. Συνήθως, ο όρος αναφέρεται στη διατάραξη της συγκέντρωσης χοληστερόλης, τριγλυκεριδίων και κάποιων λιποπρωτεϊνών (σωματίδια αποτελούμενα από λίπος και πρωτεΐνες). Επισημαίνεται πως, όταν τα λιπίδια κυμαίνονται σε φυσιολογικές συγκεντρώσεις στο αίμα, είναι απαραίτητα για την καλή λειτουργία του οργανισμού.
Η δυσλιπιδαιμία διακρίνεται σε πρωτοπαθή, όταν είναι γονιδιακής (κληρονομικής) αιτιολογίας και σε δευτεροπαθή, όταν οφείλεται σε παθολογικές καταστάσεις ή είναι απόρροια λανθασμένων υγειονοδιαιτητικών συμπεριφορών.
Τα λιπίδια του αίματος που συνήθως εξετάζονται ως δείκτες υγείας είναι:
- Συνολική χοληστερόλη αίματος (ή ορού), η οποία παράγεται από το ήπαρ αλλά προσλαμβάνεται και από τρόφιμα.
- Λιποπρωτεΐνη LDL (γνωστή και ως «κακή» χοληστερόλη), της οποίας ο κύριος ρόλος είναι η μεταφορά χοληστερόλης από το ήπαρ προς τους ιστούς, μέσω των αρτηριών. Όταν η LDL είναι σε περίσσεια στο αίμα, δημιουργεί αθηρώματα (πλάκες που στενεύουν και φράζουν τον αυλό των αγγείων)
- Λιποπρωτεΐνη HDL (γνωστή και ως «καλή» χοληστερόλη), η οποία εκτελεί την αντίστροφη διαδρομή από την LDL και σε περίσσεια αποτρέπει την δημιουργία αθηρωματικών πλακών.
- Τριγλυκερίδια, τα οποία βιοσυντίθενται στο ήπαρ αλλά προσλαμβάνονται και μέσω της τροφής. Αποτελούν τον πιο κοινό τύπο λίπους που αποθηκεύεται στο λιπώδη ιστό του σώματος. Τα αυξημένα επίπεδα τους υποδεικνύουν την ύπαρξη μεταβολικής διαταραχής.
Συνδυαστικά, τα υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, η υψηλή LDL και η χαμηλή HDL μαζί και με άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες (π.χ. κάπνισμα, οικογενειακό ιστορικό) συσχετίζονται με αθηρωμάτωση. Η αθηρωμάτωση οδηγεί σε αρτηριοσκλήρυνση και σε αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου (π.χ εγκεφαλικό επεισοδίου, εμφράγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανακοπή κ.α). Συνήθως η ύπαρξη αθηρωμάτωσης δεν παρουσιάζει συμπτώματα, ωστόσο οι πλάκες συνεχίζουν να «κτίζονται σιωπηλά» στον οργανισμό. Αν οι τιμές των λιπιδίων διατηρούνται χρονίως εκτός των προβλεπόμενων ορίων, ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα αυξημένος.
Γενικά, να θυμάστε, πως η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας προϋποθέτει ολιστική αντιμετώπιση. Συχνά, απαιτείται χορήγηση φαρμάκων αλλά και ανίχνευση και διαχείρηση συνοδών νοσημάτων που αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο (πχ. Σακχαρώδης Διαβήτης, Υπέρταση, κ.α.). Ωστόσο, κύριο θεμέλιο στην αντιμετώπιση της δυσλιπιδαιμίας αποτελεί η διατροφική αγωγή. Για τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης αθηροσκλήρωσης και καρδιαγγειακής νόσου συστήνεται:
- Διακοπή καπνίσματος
- Επίτευξη και διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους
- Συστηματική σωματική δραστηριότητα
- Υιοθέτηση μιας διατροφικής συμπεριφοράς κοντά στο Μεσογειακό πρότυπο (περιορισμός κορεσμένων λιπαρών, αποφυγή trans λιπαρών, αυξημένη πρόσληψη φυτικών ινών)
- Ενίσχυση της κατανάλωσης τροφίμων εμπλουτισμένων με τις ευεργετικές φυτικές στερόλες και στανόλες (φυτικές ουσίες που ανταγωνίζονται την χοληστερόλη για την απορρόφηση στο πεπτικό σύστημα)